- ἀναμένω
- ожидаю
Ancient Greek-Russian simple. 2014.
Ancient Greek-Russian simple. 2014.
αναμένω — αναμένω, ανέμεινα βλ. πίν. 178 Σημειώσεις: αναμένω : συνήθως χρησιμοποιούνται οι τύποι του ενεστώτα. Τυποποιημένη έκφραση της τηλεφωνικής υπηρεσίας: αναμείνατε (λόγια προστακτική αντί του αναμείνετε) στο ακουστικό σας … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ἀναμενῶ — ἀναμένω wait for fut ind act 1st sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναμένω — ἀνᾱμένω , ἀνάζω fut part mid masc/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀνᾱμένω , ἀνάζω fut part mid masc/neut gen sg (doric aeolic) ἀναμένω wait for pres subj act 1st sg ἀναμένω wait for pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αναμένω — (Α ἀναμένω) 1. περιμένω, καρτερώ κάτι ή κάποιον 2. προσδοκώ, προσμένω, ελπίζω νεοελλ. μένω, υπολείπομαι αρχ. 1. αναβάλλω, βραδύνω 2. παραμένω 3. υπομένω, περνώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + μένω. ΠΑΡ. αναμονή] … Dictionary of Greek
αναμένω — ανάμεινα, περιμένω, καρτερώ: Χρόνια ανάμενε να γυρίσει ο αρραβωνιαστικός της … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀναμένετε — ἀναμένω wait for pres imperat act 2nd pl ἀναμένω wait for pres ind act 2nd pl ἀναμένω wait for imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναμένῃ — ἀναμένω wait for pres subj mp 2nd sg ἀναμένω wait for pres ind mp 2nd sg ἀναμένω wait for pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀμμενεῖ — ἀναμένω wait for fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) ἀναμένω wait for fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀμμένει — ἀναμένω wait for pres ind mp 2nd sg ἀναμένω wait for pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναμεινάντων — ἀναμένω wait for aor part act masc/neut gen pl ἀναμένω wait for aor imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναμεμενηκότα — ἀναμένω wait for perf part act neut nom/voc/acc pl ἀναμένω wait for perf part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)